ΥΠΕΡΤΑΣΗ
Επιδημιολογικά στοιχεία
Η αυξημένη αρτηριακή πίεση εκτιμάται ότι προκαλεί 7,5 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως, νούμερο που αντιστοιχεί στο 12,8%του συνολικού αριθμού θανάτων.
Στην Ευρώπη το ποσοστό των ενηλίκων που πάσχουν από υπέρταση είναι μεταξύ 25-30%. Η συχνότητα εμφάνισης ΑΥ αυξάνει με την ηλικία με αποτέλεσμα το 60% των ατόμων ηλικίας άνω των >60 ετών να πάσχουν από ΑΥ που αφορά το 25% του πληθυσμού των ενηλίκων.
Στην Ελλάδα η συχνότητα εμφάνισης της ΑΥ είναι αρκετά χαμηλότερη συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, ενώ ταυτόχρονα , σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), ο μέσος όρος συστολικής αρτηριακής πίεσης παρουσιάζει αρκετά χαμηλότερες τιμές.
Για να μπορούμε να μιλήσουμε όμως για την υπέρταση θα πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε κάποιες έννοιες.
Αρτηριακή πίεση
Αρτηριακή πίεση είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στο εσωτερικό τοίχωμα των μεγάλων αρτηριών του σώματος που μεταφέρουν το αίμα από την καρδιά σε όλα τα όργανα του σώματος.
Η αρτηριακή πίεση διακρίνεται σε:
Συστολική πίεση που είναι η πίεση που ασκείται στις αρτηρίες όταν η καρδιά συσπάται για να προωθήσει το αίμα μέσω των αρτηριών προς τα όργανα του σώματος και
Διαστολική πίεση που είναι η πίεση όταν η καρδιά χαλαρώνει για να δεχθεί νέο αίμα.
Αρτηριακή υπέρταση (ΑΥ)
Υπέρταση σημαίνει ότι η αρτηριακή πίεση είναι σταθερά αυξημένη πάνω από τα φυσιολογικά όρια. Η υπέρταση είναι νόσος ασυμπτωματική, στην Αμερική την ονομάζουν «silent killer=σιωπηλό δολοφόνο».
Η απουσία συμπτωμάτων συμβάλλει στην υποδιάγνωση και την υποθεραπεία της υπέρτασης. Περίπου 30% των ενήλικων υπερτασικών δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από υπέρταση, μόνο 50% των διαγνωσμένων λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή ενώ μόνο το 27% από αυτούς που παίρνουν θεραπεία επιτυγχάνουν τη σωστή ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.
Στους νέους υπερτασικούς είναι συνήθως ισχυρότερη η δύναμη ώθησης του αίματος από την καρδιά, ενώ στους μεγαλύτερους είναι αυξημένη η αντίσταση των αρτηριών στη ροή του αίματος.
Στους ηλικιωμένους υπάρχει συχνά αυξημένη συστολική πίεση με φυσιολογική ή χαμηλή τη διαστολική. Η υπέρταση αυτή, που λέγεται «μεμονωμένη συστολική» υπέρταση, είναι εξίσου επικίνδυνη.
Πως γίνεται η διάγνωση της υπέρτασης;
Η διάγνωση της υπέρτασης βασίζεται αποκλειστικά στη μέτρηση της Αρτηριακής πίεσης. Επειδή αυτή παρουσιάζει μεγάλη μεταβλητότητα και στα φυσιολογικά και στα υπερτασικά άτομα για τη διάγνωση της υπέρτασης πρέπει να προσδιοριστεί η συνήθης αρτηριακή πίεση του ατόμου, πράγμα που απαιτεί την τήρηση κάποιων κανόνων.
Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης στο ιατρείο κατά κανόνα γίνεται με στηθοσκοπική τεχνική και υδραργυρικό πιεσόμετρο.
Ο εξεταζόμενος κάθεται ήρεμος για λίγα λεπτά με το βραχίονα υποστηριζόμενο και την περιχειρίδα τοποθετημένη στο ύψος της καρδιάς και στη συνέχεια γίνονται 2-3 μετρήσεις με μεσοδιάστημα 1 λεπτού.
Οι διαστάσεις του αεροθαλάμου της περιχειρίδας πρέπει να είναι ανάλογες με την περίμετρο του βραχίονα του εξεταζομένου (το μήκος του αεροθαλάμου να καλύπτει 80-100% της περιμέτρου του βραχίονα). Σε άτομα υπό θεραπεία γίνεται μέτρηση και σε όρθια θέση (ιδίως στους διαβητικούς και τους ηλικιωμένους) για το ενδεχόμενο ορθοστατικής υπότασης.
Για τη διάγνωση της υπέρτασης συνήθως απαιτούνται επανειλημμένες
μετρήσεις της πίεσης σε διαδοχικές επισκέψεις.
Κατά κανόνα, η διάγνωση της υπέρτασης και η απόφαση για έναρξη αντιυπερτασικής θεραπείας δεν πρέπει να βασίζονται σε μετρήσεις που γίνονται σε μία μοναδική επίσκεψη.
Πριν από κάθε επίσκεψη στο ιατρείο συνιστάται να γίνονται μετρήσεις για 7 εργάσιμες μέρες (διπλές μετρήσεις μετά από 5 λεπτά ανάπαυσης σε καθιστή θέση, το πρωί πριν από τη λήψη των φαρμάκων και το απόγευμα) σε διάστημα 1-2 εβδομάδων και να υπολογίζεται ο μέσος όρος. Οι μετρήσεις της πρώτης μέρας είναι συνήθως υψηλότερες και ασταθείς και δεν χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό του μέσου όρου.
Που οφείλεται η υπέρταση;
Πρωτοπαθής ή Ιδιοπαθής υπέρταση αυτή αφορά το 95% των ατόμων που πάσχουν από υπέρταση και οφείλεται σε άγνωστη αιτιολογία εμπλέκονται γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση όπως:
Αυξημένη κατανάλωση άλατος στα γεύματα,
Παχυσαρκία,
Καθιστική ζωή,
Οικογενειακό ιστορικό υπέρτασης κ.α.
Δευτεροπαθής υπέρταση αίτια δευτεροπαθούς υπέρτασης είναι η χρόνια νεφροπάθεια, η άπνοια κατά τον ύπνο και η στένωση των νεφρικών αρτηριών. Άλλα σπάνια αίτια είναι ο πρωτοπαθής αλδοστερονισμός, το φαιοχρωμοκύττωμα, το σύνδρομο Cushing, η στένωση του ισθμού της αορτής, κ.α.
Ιδιαίτερες μορφές υπέρτασης:
Υπέρταση λευκής μπλούζας κατά την οποία η αρτηριακή πίεση είναι αυξημένη κατά την μέτρηση στο ιατρείο ενώ εκτός αυτού κυμαίνεται σε φυσιολογικά επίπεδα και τεκμηριώνεται αυτό με την 24ωρη καταγραφή μέτρησης.
Συγκαλυμμένη υπέρταση κατά την οποία η πίεση είναι φυσιολογική κατά την μέτρηση στο ιατρείο ενώ εκτός αυτού είναι αυξημένη και αυτό επίσης τεκμηριώνεται με την 24ωρη καταγραφή μέτρησης.
Κακοήθης υπέρταση είναι η απότομη αύξηση της αρτηριακής πίεσης σε ένα άτομο σε επικίνδυνα επίπεδα, συχνά με την «μικρή» πίεση (την διαστολική) να φθάνει τα 130 mmHg ή και ψηλότερα ακόμα, η οποία όμως συνοδεύεται και με την παρουσία οιδήματος θηλής, παρουσία αιμορραγιών και εξιδρωμάτων στον αμφιβληστροειδή, εκδηλώνεται με έντονα συμπτώματα όπως ο φοβερός πονοκέφαλος, η δύσπνοια, ο πόνος στον θώρακα, η ναυτία και ο έμετος, η θόλωση της οράσεως ή ακόμα και η τύφλωση, οι επιληπτικές κρίσεις και η απώλεια συνείδησης. Είναι επείγουσα κατάσταση και απαιτείται αντιμετώπιση σε νοσοκομείο.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Υπέρτασης & Ευρωπαϊκή Καρδιολογική εταιρεία (2007) η αρτηριακή πίεση ταξινομείται σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα.
Ταξινόμηση της αρτηριακής πίεσης και της υπέρτασης | ||
Συστολική | Διαστολική | |
Ιδανική Αρτηριακή πίεση | <120 | <80 |
Φυσιολογική | 120-129 | 80-84 |
Οριακή | 130-139 | 85-89 |
Υπέρταση | ||
Στάδιο 1 | 140-159 | 90-99 |
Στάδιο 2 | 160-169 | 100-109 |
Στάδιο 3 | >170 | >110 |
Μεμονωμένη συστολική | >140 | <90 |
Ευρωπαϊκή Εταιρεία Υπέρτασης & Ευρωπαϊκή Καρδιολογική εταιρεία 2007
Τρόποι βελτίωσης της συμμόρφωσης στη θεραπεία
(1) Πληροφόρηση του ασθενούς για τον κίνδυνο από την υπέρταση και το όφελος από την αποτελεσματική θεραπεία
(2) Παροχή ξεκάθαρων γραπτών και προφορικών οδηγιών σχετικά με την αγωγή.
(3) Προσαρμογή του φαρμακευτικού σχήματος στον τρόπο ζωής και τις ανάγκες του ασθενούς.
(4) Απλοποίηση αγωγής μειώνοντας, αν είναι δυνατόν, τον αριθμό των ημερήσιων φαρμάκων.
(5) Συμμετοχή του συντρόφου ή της οικογένειας στην πληροφόρηση για τη νόσο και τους θεραπευτικούς σχεδιασμούς.
(6) Χρήση μετρήσεων ΑΠ από τον ίδιο τον ασθενή στο σπίτι και στρατηγικών συμπεριφοράς, όπως συστήματα υπενθύμισης.
(7) Προσοχή στις ανεπιθύμητες ενέργειες (ακόμη και ήπιες) και ετοιμότητα για αλλαγές στις δόσεις ή τους τύπους των φαρμάκων αν χρειασθεί.
(8) Διάλογος με τον ασθενή σχετικά με την τήρηση της αγωγής και ενημέρωση για τα προβλήματά του.
(9) Εξασφάλιση αξιόπιστου συστήματος υποστήριξης – παροχών υγείας.
Στόχοι μακροχρόνιας παρακολούθησης
- Επιβεβαίωση της διατήρησης της καλής ρύθμισης της Αρτηριακής πίεσης.
- Έλεγχος για εμφάνιση απώτερων ανεπιθύμητων ενεργειών της θεραπείας.
- Έλεγχος για εμφάνιση βλάβης οργάνων- στόχων.
- Έλεγχος άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου.
ΠΡΟΣΟΧΗ
Η αντιυπερτασική θεραπεία χορηγείται δια βίου. Η διακοπή της ακολουθείται από επανεμφάνιση της υπέρτασης.